Ποιήματα της Λ.Σεϊζάνη

1.Πόρτες

Μ’αρέσουν οι πόρτες, οι πύλες, οι θύρες
Που ανοίγουν, που κλείνουν
Προσκαλούν, αποδιώχνουν
Ανθρώπους χωρίζουν
Ανθρώπους ενώνουν
*
Μ’αρέσουν οι πόρτες
Που σαν τη ζωή ένα δώρο σου χαρίζουν
Και κλείνουν με τον θάνατο
*
Οι πόρτες την ελπίδα συμβολίζουν
Μια υπόσχεση αποτελούν
Για νέο ξεκίνημα
Για περιπέτεια
Για κάθε είδους δυνατότητα
Πραγματική ή φανταστική

ΛΣ 2013./Περιλαμβάνεται στην ποιητική συλλογή με τίτλο "Το αντίδοτο της λύπης" 

 

2.Ζητιάνος με αξιοπρέπεια

Ο ζητιάνος που δεν απλώνει την παλάμη
Είναι πάντα εκεί, στην γωνία του πεζοδρόμου
Της ωραίας μικρής γερμανικής πόλης
Κοντά στο παλιό δημαρχείο
Απέναντι απ’το κατάστημα καλλυντικών
Απ’την ίδια πλευρά του μαγαζιού
Με τα ακριβά ρούχα
Έχει τα χέρια του δεμένα πίσω
*
Και τότε πώς το ξέρεις ότι είναι ζητιάνος;
Επειδή στέκεται πάντα στην ίδια θέση
Κι αν πάρεις την πρωτοβουλία να του δώσεις
Το χρήμα δεν το αρνείται
*
Ήταν ανέκαθεν εκεί, στο ίδιο σημείο
Με τα χέρια δεμένα πίσω
Ακόμα και πριν βγει ο νόμος
Κατά της επιθετικής επαιτείας
*
Σήμερα μου έδωσε την έμπνευση
Γι’αυτό το ποίημα
Προκειμένου να τον ευχαριστήσω
Εγώ τον πλησίασα συνωμοτικά
Τον ανάγκασα με το βλέμμα
Να φέρει ένα χέρι μπροστά
Και τού'δωσα ένα δίφραγκο

ΛΣ 2014./Περιλαμβάνεται στην ποιητική συλλογή με τίτλο "Το αντίδοτο της λύπης" 

 

3.Βαρειές αποσκευές

Είναι βαρειές οι αποσκευές
Μίας ολόκληρης ζωής
Ταξίδια, τόποι, άνθρωποι, αισθήματα
Όλα τα ένοιωσες, όλα τα είδες
Υπήρξανε επίσης και εκείνα
Πού θά’τανε καλύτερα να μην τα γνώριζες
Αλλά σε περιμέναν στη γωνία
*
Είναι βαρειές οι αποσκευές
Μα πρέπει να τις κουβαλήσεις
Κανένας αχθοφόρος δεν θα προσφερθεί να σου τις πάρει
Όσα κι αν τον πληρώσεις, δεν θα σ’απαλλάξει
Απ’ό,τι μόνος σου στην διαδρομή φορτώθηκες
*
Όμως πόσο θα ήθελες
Ν’αφήσεις τις βαλίτσες
Και πίσω να γυρίσεις
Άλλες επιλογές να κάνεις
Πιο πρακτικές, πιο ανάλαφρες
Πιο χρήσιμες, πιο ωραίες
*
Όμως πόσο θα ήθελες
Να ρίξεις λίγο έρμα
Να πάρει ύψος το αερόστατο του βίου σου
Αλλιώς να δεις τον κόσμο
Από ψηλά, από μακριά

ΛΣ 2014./Περιλαμβάνεται στην ποιητική συλλογή με τίτλο "Το αντίδοτο της λύπης" 
Tα τρία παραπάνω ποιήματα δημοσιεύθηκαν στην ηλεκτρονική έκδοση του λογοτεχνικού περιοδικού «Φρέαρ» http://frear.gr/?p=7771

 

4.ΚΙ ΟΛ’ ΑΥΤΑ ΕΠΕΙΔΗ ΔΕ ΜΕ ΠΑΙΞΑΝΕ, Ι

Μην αγαπήσεις έτσι ποτέ ξανά
Και τσουρουφλιστείς στη φωτιά
Καπνίζοντας ατέλειωτα τσιγάρα
Καταστρέφοντας τον εαυτό σου
Με την ελπίδα ότι κάποτε
Το πιο απίθανο όνειρο
Θα βγει αληθινό
Δεν υπάρχει στον κόσμο
Άλλο απ’ τη λογική
Σ’ αυτή την ηλικία θα ’πρεπε να το ξέρεις
Να μην αναζητάς περιπέτειες
Σε καταστρώματα ιστιοπλοϊκών
Να μην αφήνεις τον εαυτό σου ανοιχτό
Εκτεθειμένο στις αδέξιες κινήσεις του καθένα
Που έχει καλές προθέσεις μεν
Αλλά αδυναμία εκπλήρωσής τους
Η ζωή δεν είναι μια Ύδρα με ξέφρενη μουσική τα βράδια
Ούτε καν μια ήσυχη Ερμιόνη με τα πεύκα του Μπίστη έν’ απόγευμα
Όχι, είναι απλώς ένα γράμμα
Που στάλθηκε σε λάθος στιγμή
Για να σκοτώσει τελικά
Μονάχα τον αποστολέα του

 

5.ΚΙ ΟΛ’ ΑΥΤΑ ΕΠΕΙΔΗ ΔΕ ΜΕ ΠΑΙΞΑΝΕ, ΙΙ

Στο βάθος του ωκεανού
Βρίσκομαι με το σκάφανδρό μου
Κάθομαι εδώ χωρίς να περιμένω τίποτα
Χωρίς να ανυπομονώ για τίποτα
Χωρίς να τρέμω την αποσυμπίεση
Έχει έρθει η στιγμή να μείνω με τον εαυτό μου
Το νερό χαϊδεύει τις σκέψεις μου
Που αποκοιμίζονται
Δεν υπάρχει εδώ παρά μόνο ένα ψάρι
Που περνά και ξαναπερνά μπροστά απ’ τα μάτια μου
Δεν πρέπει να αγοράσω καλύτερο αυτοκίνητο
Ούτε καναπέ για το σαλόνι μου
Δεν χρειάζεται να σκεφτώ νέες μεθόδους
Για να με επιθυμήσει εκείνος όσο με ήθελε στις αρχές του έρωτά μας
Εδώ είμαι εγώ και το πλαγκτόν
Εγώ και το ψάρι
Εγώ και το σκάφανδρο
Οι απλουστεύσεις ενός παιδιού.

Αθήνα, 20.06.1997

[Τα δύο παραπάνω ποιήματα είναι από τη συλλογή Ο προϊστορικός λέων της Κέας, εκδ. Τυπωθήτω-λάλον ύδωρ, Αθήνα 2013.Δημοσιεύθηκαν επίσης στην ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού Φρέαρ http://frear.gr/?p=5602]

 

6.Ραβέννα 2

«Άγια επιθυμία για ζωή
Γλυκειά Αφροδίτη του ρίμελ»
Τραγουδούσε ένας τύπος εκεί στον πεζόδρομο
Στη Ραβέννα, την όμορφη πόλη όπου δεν είδα
Τον τάφο του μεγάλου Δάντη, του εμπνευσμένου
«Άγια επιθυμία για ζωή»
Τραγουδούσε με την κιθάρα του
Και του έδωσα μερικές λιρέτες
Για μια πολύ αγαπημένη μελωδία
Ενός πολύ αγαπημένου διάσημου Φραγκίσκου
Τα βρήκε λίγα τα λεφτά ο μουσικός του δρόμου
Και είχε δίκιο, ήταν λίγα
Για ένα τραγούδι θεϊκό που ανέβαινε ώς τον ουρανό
Πετούσε πάνω από τις στέγες της βυζαντινής Ραβέννας
Τρυπούσε την καρδιά μιας καλλιτεχνικής και υπερευαίσθητης
Λητώς
Που λίγο ήθελε να εγκαταλείψει οικογένεια και πατρίδα
Για να καθήσει κάτω εκεί σε μια γωνία
Να τραγουδάει για πάντα μ’έναν άγνωστο
Ζητώντας από τους περαστικούς τον οβολό τους
Αθήνα, 4.2.02

ΛΣ από την συλλογή Το γαλάζιο μου σακκίδιο

 

Τα ποιήματα του φεγγαριού 

1.Πανσέληνος 

Πανσέληνος ξεδιάντροπη
και εκτυφλωτική
Αυτάρεσκη στην τέλεια στρογγυλάδα της
Αδιάκριτη καθώς κατασκοπεύει τους θνητούς
Ρίχνοντας φως στις πιο κρυφές τους πράξεις
Λες και τους ανακρίνει

*

Πανσέληνος
Μια αφορμή να βγούμε στο μπαλκόνι
Και των τσιμέντων το περίγραμμα να δούμε
Μ’ αυτόν τον υπερκόσμιο προβολέα
Που έχει πάντως κάτι αδιάφορο στο βλέμμα του
Τόσους αιώνες που κατασκοπεύει τους θνητούς

 

2.Νυχάκι 

Νυχάκι ονόμαζα το καινούριο φεγγάρι
όταν ήμουν μικρή
είχα μάθει να κάνω κρυφά μια ευχή
πιάνοντας χρυσό και κοιτάζοντάς το

*

Τι έγιναν όλες αυτές οι ευχές
Στη διάρκεια των μηνών
Στη διάρκεια των ετών
Με το νέο φεγγάρι να εμφανίζεται πάντα
Πιστό στο ραντεβού
Στο σχήμα ενός μικρού νυχιού

 

3. Έξω απ'το παράθυρο 

Πόσα βράδια χωρίς την παρουσία σου
Την διακριτική ή φεγγοβόλο
Πόσα βράδια ξεχνάω να κοιτάξω
Έξω απ’ το παράθυρο
Αφαιρώντας απ’ τις νύχτες μου
Τον ρωμαντισμό του φεγγαριού
Τη μαγεία του
Στερώντας απ’ τα όνειρά μου
Τον ειδωλολατρικό σεληνιασμό
Που μια απλή ματιά
Έξω απ’ το παράθυρο
Θα μπορούσε να φέρει

 

4.Θα ερωτευθείς 

Κατηφορίζοντας τον δαντελωτό δρόμο
της δυτικής ακτής της Αττικής
τις νύχτες με πανσέληνο μες στ’ αυτοκίνητο
μπορείς να ερωτευθείς
όχι το πρόσωπο που έχεις δίπλα σου
αλλ’ αυτό το τοπίο
με τα βραχάκια
τα ξερά νησάκια
την υπέροχη θάλασσα
ό,τι εν σοφία εποίησε ο Θεός

*

Μα πιο πολύ θα ερωτευθείς
αυτό το φεγγάρι
που μαγνητίζει το βλέμμα σου
που στέκει πάνω απ’ το βουνό
ή καθρεφτίζεται μες στο νερό

*

Τέτοιες στιγμές ταυτίζεσαι με το φεγγάρι
Πιστεύεις για λίγο
Ότι είσαι κι εσύ
Άρχοντας του κόσμου

 

5.Moon of Alabama

Πώς να ήταν άραγε
εκείνο το φεγγάρι της Αλαμπάμα
Στο τραγούδι του Κουρτ Βάιλ
Που αγάπησαν και οι Doors;

*

Να ’ταν χλωμό, αρρωστιάρικο
Να ’ταν χρυσό και θριαμβευτικό
Μεγάλο και τρανό
Της Αλαμπάμα το φεγγάρι;
Ποιός ξέρει αλήθεια να μας πει;

ΛΗΤΩ ΣΕΪΖΑΝΗ
Φεβρουάριος 2022, δημοσιεύθηκαν στο Νέο Πλανόδιον 

 

Τα ποιήματα του ήλιου 

1.Ήλιε υπάρχεις

 

Την ύπαρξή σου είχα ξεχάσει
Σ’ αυτή την χώρα του βορρά
Ήλιε, το φως σου είχα χάσει
Ήταν οι μέρες μου μια επανάληψη μουντή
Ενός ατέλειωτου χειμώνα
Με τις ειδήσεις της πανδημίας
Και του πολέμου της Ουκρανίας
*
Ήλιε, σε βρίσκω σήμερα ξανά
Υπάρχεις, δεν τολμώ να το πιστέψω
Βγαίνει ο κόσμος στα μπαλκόνια
Νέοι και γέροι στα πεζοδρόμια
Απολαμβάνουν τις λαμπρές ημέρες
Και την ζωή σαν θείο δώρο
*
Ήλιε, υπάρχεις, δεν τολμώ να το πιστέψω

 

2. Ο ήλιος με καλούσε

Ο ήλιος με καλούσε να τον ακολουθήσω
Έτρεχα με χαρά και αγωνία
Απέφευγα τα σκιερά τετράγωνα
Πήγαινα μόνο απ’ τα μεγάλα πεζοδρόμια
Που ήταν ηλιόλουστα
*
Μια ατμόσφαιρα σχεδόν θριαμβευτική
Από του ήλιου την εμφάνιση την αιφνιδιαστική
Όσο για μένα, ένοιωθα πως θα ’ταν αμαρτία
Στην κυριολεξία αμαρτία
Του ήλιου το κάλεσμα να μην ακούσω
*

Συνήθως όταν περπατάω κοιτάζω κάτω
Βλέπω μυρμήγκια και σκουλήκια
Κέρματα, αποτσίγαρα και τέτοια
Σήμερα, όμως, κοίταζα ψηλά
Το μεγαλείο τ’ ουρανού, της άνοιξης το φως
Τα πόδια μου είχαν κουραστεί αλλά προχωρούσα
Τον ήλιο κυνηγούσα κι απορούσα
Με τους ανθρώπους που στα κινητά μιλούσαν
Που έτρεχαν μες στα γραφεία να συνεχίσουν
Τα ίδια που έκαναν τις άλλες μέρες
Σαν να μην είχαν πάρει είδηση
Πως έχαναν το θαύμα
*
Ήταν το θαύμα δωρεάν
Τόσο απλό, τίποτα δεν ζητούσε
Ο ήλιος με καλούσε

 

3. Ήλιος αυθέντης

Απλώνω τα χέρια μου προς την κατεύθυνση του ήλιου
Σαν το ασθενικό γεράνι στο παράθυρό μου
Που έχει αποκτήσει ένα πολύ μακρύ κοτσάνι
Έτσι όπως προσπαθεί το φως του ήλιου να φιλήσει
*
Απλώνω τα χέρια μου, το πρόσωπό μου στρέφω προς τα πάνω
Προς τον γαλάζιο ουρανό. Δεν έχει ούτ’ ένα σύννεφο
η μέρα σήμερα η ανοιξιάτικη και κρύα.
Θα δείξω προς το κρύο αδιαφορία
Μόνο ο ήλιος μ’ ενδιαφέρει τώρα
*
Ένα σκυλί παίζει εδώ δίπλα στο γρασίδι
Μια μπάλα του πετούν οι άνθρωποι
Την πιάνει, την αφήνει
Καθόλου δεν βαριέται το παιχνίδι
Όλη τη μέρα τα ίδια θα ’θελε να κάνει
Όμως οι άνθρωποι γρήγορα πλήττουν
Το παίρνουνε και φεύγουν
Το παιχνίδι τού στερούν
Αυθέντες, πάντα τις κινήσεις του καθοδηγούν
*
Σήμερα τις κινήσεις μου ο ήλιος τις καθοδηγεί
Δικός μου αυθέντης, μοναδικός
Δηλώνω πλήρη υποταγή

 

4. Με τον ήλιο χωρίς αναστολές

Ο ήλιος κι εγώ είμαστε σήμερα
Μόνοι επάνω στη γη
Σ’ ένα ειδύλλιο μπλεγμένοι
Εκείνος μου χαμογελάει από ψηλά
Κι εγώ τον αφήνω
Μαζί μου να ερωτοτροπεί
Χωρίς αναστολές
*
Τότε ακούγονται κάτι φωνές
Πάντα στους έρωτες ακούγονται κάτι φωνές
Της σύνεσης, φρόνιμες δήθεν
Τι λένε στην περίπτωσή μας οι φωνές;
«Ο ήλιος κάνει κακό στο δέρμα», λένε.
Πάντα πρέπει κάποιος ζηλόφθονος
Την ευτυχία σου να χαλάσει
*
Σήμερα δεν θ’ ακούσω τέτοιες συμβουλές
Τ’ αυτιά μου έχω κλείσει στους καλοθελητές
Τον έρωτά μου όπως θέλω θα χαρώ
Χωρίς αναστολές

 

5. Φωτογραφίες ξεθωριασμένες

Στην Ελλάδα, στην Αυστραλία
Και σε άλλα μέρη αυτής της γης
Είναι το φως του ήλιου τόσο δυνατό
Που μοιάζουν οι φωτογραφίες ξεθωριασμένες
*
Πήγα κάποτε στην Αυστραλία
Ένα ατέλειωτο αεροπορικό ταξίδι πάνω απ’ την Ασία
Και μόλις έφτανες εκεί
Είχε η έρημος χρώμα πορτοκαλί
*
Όλοι φοράνε καπέλα στην Αυστραλία
Γυαλιά ηλίου, αντηλιακές κρέμες στο πρόσωπο
Βλέπουν τον ήλιο σαν εχθρό
Υπάρχουν παράξενα ζώα, κοάλα, καγκουρώ
Γούμπατ και γουάλαμπι
Υπάρχουν ζώα όντως εχθρικά
Κροκόδειλοι και καρχαρίες
Αράχνες δηλητηριώδεις, φίδια, μέδουσες γιγαντιαίες
Είναι ένα μέρος μακρινό, εξωτικό
Και όλες οι φωτογραφίες που έβγαλα εκεί
Μοιάζουνε σήμερα ξεθωριασμένες
Από το φως το ακατανίκητο του ήλιου

ΛΗΤΩ ΣΕΪΖΑΝΗ
09.3.2022, δημοσιεύθηκαν στο Νέο Πλανόδιον 

#ποίηση #ποίημα #ποιήματα

 

 

Στουτγάρδη

Μια ωραία μέρα
Σ’ αυτή την ξένη πόλη
Που την επισκέφτηκα άλλη μια φορά
Πριν τριάντα χρόνια
Κάθομαι σ’ ένα καφέ
Πίνω νερό χωρίς ανθρακικό
Και γύρω μου ακούγονται από παντού
Φλυτζάνια και πιατάκια που κουδουνίζουν δυνατά
Οι άνθρωποι δεν δίνουν σημασία
Στην πελάτισσα που προσπαθεί
Να γράψει ένα ποίημα
Μου φαίνεται πως είναι Ιταλοί
Οι ιδιοκτήτες και οι σερβιτόροι
Αυτό ίσως δικαιολογεί την φασαρία
Που ίσως να μου άρεσε κανονικά
Αλλά όχι τώρα ενώ προσπαθώ
Να γράψω ένα ποίημα
Η μέρα είναι ωραία
Είναι ηλιόλουστη, ζεστή
Με κάτι ανεπαίσθητο
Που σημαίνει την αρχή του φθινοπώρου
Δεν θυμάμαι τίποτε απολύτως
Από την πρώτη μου επίσκεψη σ’ αυτή την πόλη
Τριάντα χρόνια πριν
Μόνο λίγα πράγματα, αποσπασματικά
Μια φίλη που με είχε προσκαλέσει
Να μείνω στ’ ωραίο της σπίτι
Είχαμε πάει σ’ ένα ελληνικό εστιατόριο μαζί
Με μια άλλη κοινή μας γνωστή
Αλλά δεν θυμάμαι πια τίποτε άλλο
Πράγμα παράξενο για μένα
Που πάντα συγκρατώ τις πιο απίθανες λεπτομέρειες
Πρόσωπα, ονόματα, φωνές και φράσεις
Που διάφοροι κατά καιρούς μου έχουν πει
Πάντοτε τα θυμάμαι όλ’ αυτά
Γιατί για μένα οι άνθρωποι είναι σημαντικοί
Πολύ πιο σημαντικοί απ’ ότι είμαι εγώ για ’κείνους μάλλον
Αλήθεια τι με δίδαξε η ζωή σ’ αυτά τα έτη τα τριάκοντα;
Προσφάτως αντελήφθην πως δεν έχω γίνει πιο σοφή
Απ’ όσο ήμουν τότε
Τα ίδια λάθη επαναλαμβάνω ακόμα
Οι ίδιοι τύποι μου τραβούν την προσοχή
Αλήτες; Όχι ακριβώς
Απλώς έχω την τάση να τους κάνω
Να νοιώθουν πιο σπουδαίοι
Απ’ όσο θα ’πρεπε κανονικά
Έχω την τάση τους ασήμαντους
Σημαντικούς να κάνω
Στρέφοντας προς τα εκεί το ενδιαφέρον μου
Είναι φορές που τους αληθινά σημαντικούς
Εκείνους τους αγίους και τους αγγελικούς
Δεν τους προσέχω κάν
Οπότε ίσως κάτι να διδάχτηκα εν τέλει
Κι αυτό το ωραίο πρωινό του φθινοπώρου
Σ’ αυτή την ξένη πόλη
Που επισκέφτηκα τριάντα χρόνια πριν
Ίσως και κάτι να με δίδαξε
Ίσως να με βοήθησε
Λίγη σοφία απ’την ψυχή μου να εξορύξω
Σε κάποια συμπεράσματα να φτάσω
Είναι η ψυχή μου ένα μεταλλείο χρυσού
Που ακόμα έχει κοιτάσματα για μένα

Στουτγάρδη, 04.09.17

Δημοσιεύθηκε στο Νέο Πλανόδιον 

 

 

Ψηλά απ’ το βάθρο του ο Δάντης ατενίζει
Την κίνηση στης Σάντα Κρότσε την πλατεία
Τον κόσμο που έρχεται να πιεί έναν πρωινό καφέ
Στο μπαρ που βρίσκεται στου δρόμου τη γωνία
Ξυπνάει σιγά-σιγά η Φλωρεντία
Στήνουν τους πάγκους για τη λαϊκή
Μαζεύονται τουρίστες με τα κινητά τους
Για να φωτογραφίσουνε την εκκλησία
Να τρέξουν γρήγορα μετά στην Πιάτσα ντέλλα Σινιορία
Πιο κάτω περιμένει το Ουφφίτσι
Και οπωσδήποτε το Πόντε Βέκκιο
Αλλά τον Δάντη δεν τον ενδιαφέρουν όλ’ αυτά
Εκείνος βρίσκεται πολύ ψηλά
Άραγε πού να τον κατέταξε ο Ύψιστος Κριτής
Στην Κόλαση, στο Καθαρτήριο, στον Παράδεισο;
Ποιους να συναγελάζεται τώρα ο ποιητής
Εκείνους που όσο ήταν εν ζωή περιφρονούσε
Ή μήπως τους ανθρώπους που σεβόταν κι εκτιμούσε;
Από το βάθρο του το άγαλμα κοιτάζει
Πώς μέρα με τη μέρα η γενέτειρά του αλλάζει
Όμως το ξέρει, κατά βάθος στων ανθρώπων τις ψυχές
Κι αν πέρασαν αιώνες, δεν συνέβησαν μεγάλες αλλαγές
Οι αλαζόνες ματαιόδοξοι θα μείνουν
Οι πολεμοχαρείς και οι ασεβείς ομοίως
Απ’ τους φιλάργυρους πολλά δεν περιμένει
Ούτε απ’ όσους για τις απολαύσεις μόνο ζουν

*

Από το βάθρο του εποπτεύει την πλατεία
Ολόκληρη την πόλη του, όλη την Ιταλία
Ακόμα μια φορά διατρέχει Γλώσσα και Ιστορία
Κρίνει τα πρόσωπα απ’τη Μυθολογία
Δεν του ξεφεύγει απ’ τις διαμάχες των θνητών καμμία
Απ’ τη μικρότητα και την ανοησία
Σαν δικαστής εκφέρει ετυμηγορία
Ο Δάντης Αλιγκέρι από την Φλωρεντία

Δημοσιεύθηκε στο Νέο Πλανόδιον 24.11.24