Χαμένοι στον ωκεανό

 

Νοιώθετε χαμένοι μέσα στον ωκεανό του διαδικτύου με τα πολλά ρεύματα και τα κύματά του;

Αισθάνεστε ότι ο χρόνος σας αναλώνεται στο φιλτράρισμα των πληροφοριών και σε μια αγωνία να ξεσκαρτάρετε τα περιττά;  Μήπως ήρθε η ώρα να ξαναγυρίσουμε στα παραδοσιακά βιβλία από χαρτί και στις παραδοσιακές σχέσεις με ανθρώπους από σάρκα και οστά;

Δεν είναι όλοι λογοτέχνες αυτοί που γράφουν στο διαδίκτυο. Ούτε δημοσιογράφοι αντικειμενικοί και καλά ενημερωμένοι.  Έχουν όμως σίγουρα όλοι αυτοί που εκτίθενται δημοσίως ανάγκη για επικοινωνία και επιδοκιμασία. Καθένας μπορεί να δημιουργήσει τον μικρόκοσμό του, τον κύκλο του στα social media και να αποκτήσει τους οπαδούς του ή διαδικτυακούς του φίλους. Καθένας έχει ανάγκη να ακουστεί η άποψή του και να γίνει σεβαστή. Ποσώς τον ενδιαφέρει αν αυτό που λέει είναι κοινότοπο, αν το έχουν ήδη πει ή γράψει χιλιάδες άλλοι. Στην μικρή του σφαίρα έχει την ψευδαίσθηση πως είναι σημαντικό.

Το διαδίκτυο είναι ένα μέσον, στο οποίο εκθέτουμε την ματαιοδοξία μας. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θαυμάζουμε τον εαυτό μας, τις φιλοσοφίες, τις εξυπνάδες, τα αστεία που γράφουμε. Τα βλέπουμε αίφνης όλα δημοσιευμένα και αν τύχει να αρέσουν και σε άλλους, τότε η ευτυχία μας δεν περιγράφεται. Δεν έχει σημασία αν τα έχουμε αντιγράψει από αλλού, αν έχουμε παραλλάξει ελαφρώς ξένες σκέψεις και λόγια, δεν έχει σημασία αν δεν θα τα θαύμαζε κανείς σε άλλες εποχές με πιο αυστηρά κριτήρια, εμείς είμαστε ευτυχισμένοι κι αυτό έχει σημασία. Το διαδίκτυο μας δικαιώνει.

Κάποιοι από ευγένεια θα μας κάνουν like, κάποιοι θα ταυτιστούν όντως μαζί μας, κάποιοι θα μας αγνοήσουν και άλλοι θα τσακωθούν μαζί μας γιατί σαν Έλληνες έχουμε και την ανάγκη να καυγαδίζουμε περισσότερο από άλλους λαούς, είμαστε πιο θερμόαιμοι για διάφορους λόγους.

Ένας λαός που στην πλειονότητά του δεν διαβάζει τίποτα ποιοτικό, που προτιμάει να αποχαυνώνεται μπροστά στην τηλεόραση, βρέθηκε ξαφνικά να διαβάζει κατεβατά μπροστά σε μια μικρή οθόνη τηλεφώνου ή τάμπλετ και να πληκτρολογεί με μανία, ως επί το πλείστον ανορθόγραφα. Να λοιπόν που κάτι καλό μας έκαναν οι νέες τεχνολογίες. Μας ανάγκασαν να χρησιμοποιήσουμε και πάλι τον γραπτό λόγο, να διαβάσουμε λίγο περισσότερο, ακόμα κι αν πρόκειται περισσότερο για αμπελοφιλοσοφίες ή για πολιτικές αναλύσεις του κάθε πικραμένου.

Και όλοι είμαστε λίγο πολύ πικραμένοι. Είναι η ανθρώπινη φύση μας. Όλοι αισθανόμαστε μερικές φορές ότι αξίζαμε κάτι καλύτερο, ότι η κοινωνία μας έχει παραγκωνίσει, ότι δεν μας έχει δώσει την σημασία που μας πρέπει. Και τότε έρχεται το διαδίκτυο να μας προσφέρει αυτά τα δεκαπέντε λεπτά δημοσιότητας κατά Άντυ Γουώρχολ, που τόσο τα έχουμε ανάγκη ως φαίνεται. Ξαφνικά έχουμε αποκτήσει όλοι βήμα και οπωσδήποτε αυτό είναι δημοκρατικό. Δεν είναι καθόλου άσχημο. Όχι ότι δεν μπορεί και το ίντερνετ να χειραγωγηθεί. Και άτοπες επαναστάσεις μπορούν να ξεκινήσουν από εδώ. Αλλά και επαναστάσεις που έχουν λόγο ύπαρξης επίσης.

Το να ανοιχτούμε προς τα έξω από την ασφάλεια του σπιτιού μας, μας δίνει και μια αίσθηση στόχου. Έχουμε στόχο να επιμορφώσουμε, να αφυπνίσουμε τους γύρω μας, να τους ανοίξουμε τα μάτια. Όλοι μας γινόμαστε ξαφνικά καθοδηγητές, προσπαθούμε με τα κείμενά μας να κάνουμε καλύτερο τον κόσμο γύρω μας. Ένας θεωρεί ότι με το να διασκεδάσει τον πλησίον του θα του κάνει πιο ευχάριστη τη μέρα, άλλος με το να του μιλήσει για σοβαρά πράγματα θα του δώσει νόημα στη ζωή και ούτω καθ’εξής. Τέλος πάντων, όλοι θέλουμε να πιστεύουμε πως κάπως επηρεάζουμε την κοινωνία. Αλλά αυτό συμβαίνει και στην κανονική μας ζωή, όλοι έχουμε μια προσωπικότητα που κάπως επιδρά στους γύρω μας. Άλλοι είμαστε ίσως καμωμένοι «για τα ωραία και μεγάλα έργα», άλλοι πάλι καταδικασμένοι να μείνουμε στην αφάνεια.

Τώρα για το αν εμβαθύνουμε…Αυτός που θέλει να εμβαθύνει, θα εμβαθύνει, πιστεύω, και δεν θα διασπαστεί η προσοχή του από την πολλή αρλούμπα. Θα ξεχωρίσει τα ποιοτικά σάϊτ, τους ανθρώπους που έχουν κάτι ενδιαφέρον να πουν και θα αφιερώσει στο «σερφάρισμα» των κοινωνικών δικτύων μόνο όσο χρόνο του περισσεύει, με επίγνωση ότι αυτό δεν πρόκειται ποτέ να του γίνει εθισμός. Είναι αλήθεια πολλές οι πληροφορίες που έχουμε στη διάθεσή μας σήμερα. Μια ατέλειωτη θάλασσα γνώσεων απ’όλα τα πανεπιστήμια και τα μουσεία του κόσμου. Αλλά κι ένα σωρό «τοξικές» ειδήσεις, κινδυνολογίες, επιπόλαιες αναλύσεις και θεωρίες συνωμοσίας. Και μαζί με όλ’αυτά ρητά, συμβουλές, και εντολές και προσταγές και προτροπές και αποστάγματα σοφίας.

Υπάρχει όντως μοναξιά στον κόσμο, αλλά νομίζω ότι ανέκαθεν υπήρχε. Τώρα απλώς, χάρη στο ίντερνετ, η μοναξιά είναι πιο εμφανής.  Ή είναι λιγότερο…μοναχική. Γιατί τελικά, κάπου πίσω από μια άλλη οθόνη, βρίσκεται ένας που θα σου κάνει παρέα, θα σου μιλήσει, θα σου απαντήσει, θα σου δώσει σημεία ζωής.

Οι βιβλιοφάγοι νοιώθουμε ίσως πολύ πιο δεμένοι με το έντυπο βιβλίο. Προσωπικά ελπίζω πως τα βιβλία στην παραδοσιακή τους μορφή θα συνεχίσουν να ζουν και να βασιλεύουν. Είναι άλλη αίσθηση, είναι το φετίχ μας. Όσο για τα μπλογκ λογοτεχνίας, προσωπικά χαίρομαι πολύ που υπάρχουν. Μερικές φορές βρίσκεις εκεί θησαυρούς. Προτιμώ μερικούς ιδιοκτήτες μπλογκ που δεν τους είχα ακούσει ποτέ ώς τώρα, από κάποιους καταξιωμένους μπουρδολόγους κριτικούς, οι οποίοι με μέσον έγιναν ό,τι έγιναν και πήραν στήλες σε εφημερίδες και θέσεις σε πανεπιστήμια. Η χώρα μας δεν φημίζεται για την αξιοκρατία της.

Ποιά κατεύθυνση θα πάρουν οι ανθρώπινες σχέσεις στην εποχή του διαδικτύου; Ισχύει μάλλον ό,τι και για τα βιβλία. Παλιότερα είχαμε μόνο βιβλία από χαρτί. Τώρα έχουμε και ηλεκτρονικά. Παλιότερα είχαμε μόνο σχέσεις με ανθρώπους που γνωρίζαμε από κοντά, τώρα έχουμε και εικονικούς φίλους. Προς τα εκεί πάει ο κόσμος. Προχωράει, και ανέκαθεν η πρόοδος άλλους τους γοήτευε και άλλους τους φόβιζε. Η πρόοδος σημαίνει ότι κάτι κινείται, έχει ταυτιστεί με την θετική έννοια της κίνησης. Αλλά αν πραγματικά ο κόσμος σήμερα κινείται προς θετική ή αρνητική κατεύθυνση είναι άλλη ιστορία.

ΛΣ, 20 Φεβρουαρίου 2019.