Στον βυθό του Παραδείσου
Το πόμολο της πόρτας του Παραδείσου ήταν ένα ψάρι. ΙΧΘΥΣ ο Ιησούς Χριστός. Ένα μπρούτζινο ψάρι, μοντέρνο έργο τέχνης, λιτό, στιβαρό, με ανάγλυφα λέπια. Την πρώτη φορά που μπήκα εκεί μέσα, νόμισα πραγματικά πως είχα διαβεί το κατώφλι του Παραδείσου. Και κάθε φορά στη συνέχεια, όποτε ανέβηκα ώς εκεί για να προσευχηθώ ή για να ξεναγήσω κάποιον επισκέπτη, είχα πάντα την ίδια αίσθηση.
Εκείνος ο Παράδεισος ήταν γαλάζιος σαν τον βυθό της θάλασσας. Ο υποβρύχιος κόσμος είναι κι αυτός για μένα ένα είδος Παραδείσου, μέσα στα ψάρια, στα βράχια, στα φύκια, στα κοχύλια. Αλλά εκεί, στην εκκλησία του Αγίου Στεφάνου της Μαγεντίας, το γαλανό χρώμα που θύμιζε τη θάλασσα οφειλόταν στα πολλά γαλάζια βιτρώ με τα διάφορα σχέδια του Μαρκ Σαγκάλ. Η διάθλαση του φωτός πάνω στα υπέροχα ζωγραφισμένα τζάμια δημιουργούσε αυτή την αίσθηση μεταξύ θάλασσας, ουρανού και Παραδείσου. Ευτυχισμένη κάθε φορά που έμπαινα εκεί μέσα, η ψυχή μου γινόταν γαλήνια και ανοιγόταν προς τα ύψη, εκεί που κατοικεί ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Αν τύχαινε να ακούγεται συγχρόνως και το εκκλησιαστικό όργανο, νόμιζα ότι οι άγγελοι είχαν κατέβει επιτέλους στη γη και ότι σε λίγο θα τους έβλεπα, θα συνομιλούσα μαζί τους. Άλλες φορές μου φαινόταν ότι η μουσική ερχόταν κατ'ευθείαν από τα βιτρώ, από την άρπα του Βασιλιά Δαυίδ που τον έβλεπα πάνω απ'το ιερό με τον κατακόκκινο μανδύα και το χρυσό του στέμμα να παίζει για τους ζωγραφισμένους ανθρώπους και τους αγγέλους του Σαγκάλ. Πιο κει ήταν οι Πρωτόπλαστοι, ακόμα ευτυχισμένοι, το δέντρο της ζωής, ο Μωϋσής με τις Δέκα Εντολές και με κάτι σαν αυτιά λαγού στο κεφάλι του (παράξενο, δεν κατάλαβα ποτέ γιατί), αλλού ο Εσταυρωμένος, κι άλλες σκηνές από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, λιγότερο ή περισσότερο γνωστές. Αλλά κυρίως ήταν αυτό το γαλάζιο, το ευχάριστο, το φωτεινό, το χρώμα που συγχωρούσε τα πάντα και έδινε σε κάθε άνθρωπο που έχει εκπέσει ή νομίζει ότι έχει εκπέσει, άφεση αμαρτιών.
Υπάρχουν μέρη σ'αυτόν τον κόσμο που θέλω να πηγαίνω μόνη μου για να τ'απολαμβάνω εγωιστικά όσο περισσότερο μπορώ χωρίς ενοχλήσεις. Αλλά σε άλλες στιγμές αυτά τα ίδια μέρη που τόσο μ'αρέσουν, θέλω να τα δείχνω και σ'εκείνους που αγαπώ με την ελπίδα ότι θα νοιώσουν την ίδια συγκίνηση, τον ίδιο ενθουσιασμό μ'εμένα.
Πήγα πολλές φορές εκεί πάνω. Από ψηλά φαινόταν ένα μέρος της όμορφης πόλης του Μάϊντς, της Μαγεντίας, της χαρούμενης ανοιχτόκαρδης πόλης πάνω στον Ρήνο. Έγραψα πολλούς ύμνους γι'αυτό το ποτάμι, γι'αυτή την πόλη και για την γειτονική της που με φιλοξένησε τόσα χρόνια.
Από την άλλη πόρτα της εκκλησίας έβγαινες στην αυλή που είχε λουλούδια και φυτά στη μέση και γύρω γύρω όπως συνηθίζεται σ'αυτούς τους ναούς και τα μοναστήρια των Καθολικών, ένας κυκλικός διάδρομος οδηγούσε σε διάφορα παρεκκλήσια. Εκεί ήταν και μια μεγάλη βαρειά καμπάνα που έλειωσε από τους βομβαρδισμούς στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και έπεσε κάτω. Έμεινε έτσι, μισή, με το παράξενο σχήμα της να θυμίζει τα τραγικά γεγονότα. Η ανάθεση στον Σαγκάλ της διακόσμησης της εκκλησίας δεν ήταν τυχαία. Ένας Εβραίος κλήθηκε να αγιογραφήσει την γερμανική εκκλησία σε μια κίνηση καλής θέλησης και συμφιλίωσης μετά το Ολοκαύτωμα. Ήταν σαν να τον προσκαλούσαν να δώσει συγχώρεση μ'αυτόν τον τρόπο. Ο καλλιτέχνης δεν επισκέφτηκε ποτέ την πόλη αυτή ο ίδιος. Δέχτηκε, όμως, να δημιουργήσει και να της χαρίσει ένα αριστούργημα. Ήταν τα τελευταία βιτρώ που έφτιαξε στην ζωή του με τη βοήθεια του μαθητή του Σαρλ Μαρκ.
Είναι γνωστές οι...ανυψωτικές ιδιότητες του Σαγκάλ. Στα έργα του υπάρχει μια διαρκής αίσθηση απογείωσης, έλλειψης βαρύτητας, πετάνε όχι μόνον οι άγγελοι αλλά και οι άνθρωποι και τα ζώα. Έχω δει και αλλού βιτρώ του Σαγκάλ, στον Καθεδρικό του Μετς στην Γαλλία αλλά και στην Ζυρίχη. Πουθενά δεν με εντυπωσίασαν τόσο πολύ τα ζωγραφισμένα τζάμια του όσο σ'εκείνη την εκκλησία του Αγίου Στεφάνου στο Μάϊντς όπου συχνά μπήκα για να προσευχηθώ και να κολυμπήσω στο βυθό της τέχνης, της ευτυχίας, της συγχώρεσης, της συμφιλίωσης.
Μάϊος 2021.