Παρατηρώντας το ανθρώπινο είδος
Πολλά χρόνια πέρασα πάνω στις σελίδες του Μαρσέλ Προυστ, περίπου έναν χρόνο για κάθε ένα από τα επτά βιβλία τού Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο που τόλμησα να διαβάσω στα γαλλικά. Και η αίσθηση ήταν πάντα η ίδια: μου χάρισε μια ηρεμία δυσεύρετη στην σημερινή εποχή, μια απομόνωση αναγκαία για να συγκεντρωθώ στα λόγια του, μια ενδοσκόπηση στην ψυχή μου μέσω της περιγραφής της δικής του ψυχής. Κυρίως μου χάρισε αναψυχή, διασκέδαση δηλαδή, με τον δικό του τρόπο.
Ο Προυστ δεν είναι ακριβώς ο χιουμορίστας που θα σε κάνει να σκάσεις στα γέλια αλλά πολλές φορές μια παρατήρησή του, πολύ λεπτή, που την έχεις σκεφτεί κάποτε κι εσύ αλλά δεν μπόρεσες ποτέ να την διατυπώσεις με τόση οξυδέρκεια, σου φέρνει ένα μειδίαμα μαζί με καλή διάθεση. Την ανθρώπινη ψυχή την έχει μελετήσει οριζοντίως και καθέτως. Το θέμα τον απασχολεί τόσο στο κυρίως έργο του όσο και στο δοκίμιο «Περί ανάγνωσης» όπου μιλάει για ψυχοθεραπευτές και για «νευρασθενικούς».
Αν ζούσε σήμερα ίσως να έκανε σπουδές ψυχανάλυσης, στην εποχή του, όμως, η επιστήμη αυτή δεν ήταν ακόμα τόσο διαδεδομένη.
«Ο άνθρωπος είναι το πλάσμα εκείνο που δεν μπορεί να βγει από τον εαυτό του, που γνωρίζει τους άλλους μόνο μέσω του εαυτού του, και ψεύδεται αν ισχυρίζεται το αντίθετο.»
Μελέτησε την υψηλή κοινωνία, στην οποία ανήκε προφανώς. Δεν κρύβει την αγάπη του για την αριστοκρατία έτσι όπως αντανακλάται στο πρόσωπο της Οριάν αλλά δεν διστάζει και να την κριτικάρει επίσης. Πετάει καρφιά για την κατώτερη αριστοκρατία της επαρχίας αλλά είναι φανερό ότι περισσότερο τον ενδιαφέρει η αριστοκρατία του πνεύματος. Τελικά ο Σουάν είναι το πρόσωπο που θαυμάζει περισσότερο. Ο Σουάν δεν έχει τίτλους ευγενείας αλλά κινείται με άνεση μέσα σ’ αυτούς τους κύκλους αφ’ ενός και γνωρίζει αφ’ ετέρου τα πάντα για την τέχνη της Αναγέννησης. Ο Σουάν εισάγει εκείνον, τον μικρότερο σε ηλικία αφηγητή, τον ίδιο τον συγγραφέα, σ’ αυτές τις αισθητικές απολαύσεις. Στα ίχνη του Σουάν γίνεται και ο Προυστ μια ζωντανή εγκυκλοπαίδεια.
Mέσα στα κουτσομπολιά των σαλονιών της αριστοκρατίας του Φωμπούρ Σαιν Ζερμαίν, ο Προυστ πετάει κάτι για την φιλοσοφία του Καντ και για τα θεωρήματα του Λάϊμπνιτς και σε στέλνει αδιάβαστο (στην περίπτωσή μου κυριολεκτικά).
Για τον Προυστ η τέχνη, η λογοτεχνία, η κλασσική μουσική, το θέατρο είναι όλη του η ζωή. Ναι, και η παρατήρηση του ανθρώπινου είδους, όπως ανέφερα παραπάνω. Περιγράφοντας το σαλόνι της κυρίας Βερντουρέν, ειρωνεύεται διάφορους τύπους, ακολουθώντας τα ίχνη του Μολιέρου, υποθέτω. Παρασυρμένος από τον έρωτα του Σουάν για την Οντέτ, την ερωτεύεται κι εκείνος, με άλλο τρόπο φυσικά. Ερωτεύεται, λέει, την κόρη της, την Ζιλμπέρτ, αλλά δεν μας πείθει. Με την μητέρα είναι ερωτευμένος, με τα φορέματά της, με τις κομμώσεις της, με τον τρόπο που εκείνη καταφέρνει να κατακτά τους πάντες, σαν πρώην ιερόδουλη που τώρα πια, χάρη στον γάμο της, έχει ανέβει αρκετά κοινωνικά σκαλοπάτια.
Ο Μαρσέλ, ο αφηγητής, ερωτεύεται την Οριάν στη συνέχεια, άλλη μια γυναίκα που όπως συνέβη και με την Οντέτ, δεν μπορεί να την έχει διότι εκτός του ότι είναι παντρεμένη, βρίσκεται και σε άλλη κοινωνική σφαίρα. Την ερωτεύεται περίπου για τους ίδιους λόγους όπως είχε κάνει με την Οντέτ, αλλά και λίγο παραπάνω αφού η κυρία ντε Γκερμάντ ανήκει στους πραγματικά ευγενείς, επί γενιές και γενιές περιλαμβάνεται η οικογένειά της στην γενεαλογία των αριστοκρατών.
Ερωτεύεται την Αλμπερτίν και την φέρνει να ζήσει μαζί του στο σπίτι του. Η Αλμπερτίν είναι ένα κοριτσάκι, χαριτωμένο, ζωηρό, κι εκείνος της φέρεται σαν να είναι Πυγμαλίων της. Τον γοητεύει γιατί του λέει ψέματα και τον απατά ίσως με άτομα του φύλου της. Πίσω από την Αλμπερτίν πιστεύεται πως κρύβεται ένα αγόρι που αγάπησε ο Προυστ.
Η ομοφυλοφιλία είναι κάτι που τον απασχολεί έντονα, σελίδες επί σελίδων γράφει για τους «invertis» όπως τους λέει. Στις μέρες του χρησιμοποιείτο αυτή η λέξη για όσους ελκύονταν από το ίδιο φύλο. Προσπαθεί άραγε μέσω των γραπτών του να συμφιλιωθεί με την προτίμηση αυτή που είναι και δική του, ξέροντας όμως ότι στην εποχή του δεν γίνεται αποδεκτή από την κοινωνία; Γνωρίζει πάντα ποιά μέλη του κύκλου του, άντρες ή γυναίκες, είναι ομοφυλόφιλοι ή λεσβίες. Αλλά η Αλμπερτίν παραμένει αίνιγμα, έτσι όπως καταφέρνει να του ξεγλιστράει με την γοητεία της.
«Κάθε πλάσμα που αγαπάμε, έστω και λίγο, κάθε πλάσμα είναι για μας σαν τον Ιανό, μας παρουσιάζει το πρόσωπο που μας αρέσει αν μας εγκαταλείψει, και το άσχημό του πρόσωπο αν ξέρουμε ότι το έχουμε μονίμως στην διάθεσή μας.»
Η σχέση του με τη μητέρα και την γιαγιά του καταλαμβάνει κεντρική θέση στην αφήγησή του. Είναι χαρακτηριστικό το οιδιπόδειο, η μαμά που πρέπει κάθε βράδυ να τον καληνυχτίσει μ’ ένα φιλί. Αν δεν το κάνει του δημιουργείται άγχος, κατάθλιψη, περνά εφιαλτικές νύχτες. Η μαμά, προφανώς υπήρξε προσκολλημένη στον μεγάλο της γιό και δημιούργησε σχέση εξάρτησης μεταξύ τους.
Κλεισμένος πολύ μέσα στο σπίτι, ο Προυστ, λόγω της κακής του υγείας (από την αφήγηση μπαίνει κανείς συχνά στον πειρασμό να σκεφτεί ότι τα προβλήματά του είναι ψυχοσωματικά ή ότι είναι κατά φαντασίαν ασθενής αλλά ξέρουμε ότι πέθανε όντως σχετικά νέος) αναγκάζεται να παρατηρεί και τις κινήσεις της μαγείρισσας Φρανσουάζ, της οποίας τον καταπιεστικό χαρακτήρα συχνά σατιρίζει, αφήνοντας, όμως, να διαφαίνεται και μια τρυφερότητα για εκείνη στον τρόπο με τον οποίο δικαιολογεί τις πράξεις της κάθε φορά.
Η υπόθεση Ντρέϋφους που δίχαζε τότε τη Γαλλία, ο αντισημιτισμός (η μητέρα του Προυστ ήταν Εβραία), όλ’ αυτά αποτελούν θέματα του έργου του που δίνουν το στίγμα της εποχής στην οποία γράφτηκε. Το έργο, όμως, παραμένει διαχρονικό κι ας μην γνωρίζουμε πια τόσο καλά τα ιστορικά γεγονότα ή ορισμένα ονόματα που αναφέρει ο συγγραφέας. Η αξία του αυτή που αντέχει στον χρόνο, συνίσταται στο ότι οι ανθρώπινοι χαρακτήρες δεν αλλάζουν, η ανθρώπινη συμπεριφορά γεννάει πάντα παρόμοιες αντιδράσεις.
Το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο συνθέτει την εποχή στην οποία έζησε ο Προυστ και περιγράφει τον κύκλο των γνωριμιών του. Αναζητώντας τον χρόνο που πέρασε, προσπαθώντας μέσω της διήγησης να ξαναζήσει ακόμα μια φορά τα χρόνια που έζησε και που ανήκουν πλέον στο παρελθόν, ο Προυστ τα φέρνει όντως και πάλι στο παρόν, όχι μόνο για τον εαυτό του αλλά και για τους αναγνώστες του. Μπορούμε να κάνουμε κι εμείς το ίδιο, είναι σαν να μας λέει, ο καθένας μας ξεχωριστά για τη δική του ζωή. Ουσιαστικά είναι ο μηχανισμός της ψυχανάλυσης που σε βάζει να ξαναζήσεις το παρελθόν. Δεν ξέρω αν πράγματι μπορούμε όλοι με την ίδια επιτυχία ν’ ανασυνθέσουμε τα χρόνια της παιδικής μας ηλικίας, την εφηβεία, τη νεότητα, την ωριμότητα, το γήρας. (Εκείνος, όπως είπαμε, δεν έφτασε στο γήρας.)
«Βρίσκουμε τα πάντα μέσα στη μνήμη μας. Είναι κάπως σαν φαρμακείο, σαν εργαστήριο χημείας όπου μπορούμε τυχαία να πάρουμε στα χέρια μας ένα φάρμακο ηρεμιστικό ή ένα επικίνδυνο δηλητήριο.»
Το λογοτεχνικό ύφος του Προυστ είναι μαξιμαλιστικό, πληθωρικό, κέντημα λεπτομερές, έργο μακροσκελές αλλά όχι φλύαρο. Σε βάζει κατ’ ευθείαν στον κόσμο του, χωρίς βία, χωρίς προσπάθεια ανά πάσα στιγμή, σε όποιο σημείο και αν έχεις μείνει, ξαναβρίσκεις αμέσως τον ειρμό του. Όπως ένας άνθρωπος παρών, που σε κερδίζει με τον τρόπο του, με το χαμόγελό του και θέλεις να τον πλησιάσεις, να τον εμπιστευθείς, να τον κάνεις παρέα.
Το έργο του Προυστ δεν είναι δύσκολο, όπως διατείνονται πολλοί. Δεν είναι στριφνό, δεν είναι απαιτητικό, είναι ευχαρίστηση και όχι ταλαιπωρία. Δύσκολο θα είναι μόνο εάν τελικά καταφέρει να μας πείσει να στραφούμε κι εμείς εντός μας, εάν δοκιμάσουμε με θάρρος να φωτίσουμε τα σκοτεινά σημεία του δικού μας παρελθόντος.
Πέρα από την διάσημη «μαντλέν», αυτήν την πολυχρησιμοποιημένη μεταφορά, το πολυσυζητημένο… ψυχαναλυτικό γλυκό του Προυστ που φέρνει αυτομάτως μπροστά του ζωντανό το παρελθόν μόλις έρθει σ’ επαφή με τον ουρανίσκο του, υπάρχουν τόσες πολλές υπέροχες περιγραφές και παρομοιώσεις στις σελίδες του που νοιώθει κανείς ότι ο Προυστ είναι σαν μουσική γραμμένη με λέξεις. Μπορείς να τον διαβάζεις και να τον ξαναδιαβάζεις όπως μπορείς να ακούς πολλές φορές ένα μουσικό κομμάτι ή ένα τραγούδι που σ’ αρέσει πολύ.
ΛΗΤΩ ΣΕΪΖΑΝΗ
Η μετάφραση των αποσπασμάτων είναι της συγγραφέως.
Δημοσιεύθηκε στο ηλεκτρονικό Νέο Πλανόδιον στις 17.03.23