Η Αθανασία της Ποίησης και της ιστορικής έρευνας

 

 

Η Αθανασία της Ποίησης και της ιστορικής έρευνας

 

Το μυστήριο της γυναικείου μοναχισμού, η αδυναμία να εισχωρήσουν σ’έναν κόσμο που ήταν για εκείνους κλειστός, οι εικασίες σχετικά με τη ζωή των καλογραιών, ενέπνευσε πολλούς άρρενες συγγραφείς τον 18ο και τον 19ο αιώνα. Στο μυθιστόρημα του με τίτλο «Η μοναχή», ο Ντιντερώ περιγράφει το 1780 τα μαρτύρια μιας κοπέλας που γίνεται μοναχή παρά τη θέλησή της, ενώ το 1824 στους περίφημους «Promessi Sposi» (ελληνιστί «Ιστορία δύο μελλονύμφων»  ή και «Οι Αρραβωνιασμένοι»), ο Μαντσόνι πλάθει με την πέννα του μια σκοτεινή ηρωίδα, τη Μοναχή της Μόντσα. Το 1870 στο μυθιστόρημα τού Βέργκα «Storia di una capinera» πρωταγωνιστεί η Μαρία, η οποία πιέζεται από την οικογένειά της να ακολουθήσει τη μοναχική ζωή.

«Εις Μοναχήν» τιτλοφορείται και ένα ποίημα του Διονυσίου Σολωμού που αφιερώνεται «Προς την κυρά Άννα Μαρία Αναστασία Γουράτο Γεωργομίλα, όταν εντύθηκε το αγγελικό σχήμα εις το μοναστήρι των Αγίων Θεοδώρων και Γεωργίου εις Κέρκυρα την 18 Απριλίου 1829»[1].

Στο βιβλίο τους «Η Ιερά Μονή Αγίων Θεοδώρων Στρατιάς Κέρκυρας» (Αθήνα 2009) οι ερευνητές Σπύρος Καρύδης και Παναγιώτα Τζιβάρα καταγράφουν με κάθε λεπτομέρεια την ιστορία του γυναικείου αυτού μοναστηριού από την ίδρυσή του τον 16ο αιώνα μέχρι σήμερα που λειτουργεί ακόμα χωρίς διακοπή. Ακούραστοι ερευνητές παλαιών χειρογράφων οι συγγραφείς, ερευνούν παλαιά χειρόγραφα των μοναστηριών της Κέρκυρας και φέρνουν στο φως θησαυρούς, τους οποίους διασώζουν από τη λήθη και τη φθορά του χρόνου..

Για την κυρά Άννα Μαρία Αναστασία Γουράτο Γεωργομίλα μπορεί να μην ξέρουμε πολλά πράγματα[2] πλην του ότι την εποχή που ο Σολωμός έγραψε το ποίημα, ήταν ορφανή από πατέρα και μητέρα, όμως για το μοναστήρι που την δέχθηκε μαθαίνουμε πολλά χάρη στο κατατοπιστικό βιβλίο του Σπύρου Καρύδη και της Παναγιώτας Τζιβάρα. Έχουμε αίφνης τα ονόματα κάθε ηγουμένης και κάθε μοναχής από κτίσεως της μονής έως σήμερα. Το «κοράσιο» του Σολωμού αναφέρεται ως Άννα Τουράτο Γιωργομήλα, γεννηθείσα το 1803. Έλαβε το μοναστικό όνομα Αθανασία. Η ημερομηνία της κουράς της, 18 Απριλίου 1829, ταυτίζεται με εκείνη στο ποίημα του Σολωμού. Εκάρη από τον επίσκοπο Παξών Χρύσανθο, στις 29 Ιουλίου1861 έγινε μεγαλόσχημη και ταυτόχρονα ηγουμένη. Απεβίωσε στις 11 Σεπτεμβρίου 1875 σε ηλικία 72 ετών. Στα έγγραφα της ηγουμενίας της αναφέρεται ως Γορδομίλα.

Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν το «κοράσιο» που παρακίνησε, ακουσίως μάλλον, τον Σολωμό να γράψει ένα τόσο μεγαλόπνοο ποίημα, έζησε ευτυχισμένο μέσα στο μοναστήρι.  Το γεγονός ότι έφτασε να γίνει ηγουμένη μας κάνει να πιστεύουμε πως ίσως να της ταίριαζε η «μοναδική ζωή».

Οι στίχοι του ποιήματος του Σολωμού μεταφέρουν τη λύπη του ποιητή για την κοπέλα που η κακή της μοίρα (όπως το βλέπει ο ίδιος) την οδήγησε στο μοναστήρι. Το ποίημα πιθανόν να γράφτηκε στη διάρκεια κάποιας αρρώστιας της καθώς γίνεται αναφορά «στου πόνου το κρεβάτι». Μ’αυτό βέβαια μπορεί να υπονοεί και το σκληρό κρεββάτι ενός άχαρου κελλιού. Γενικά το ποίημα, όπως πολλά άλλα του Σολωμού, μιλάει για τον θάνατο. Ίσως η κοπέλα να πέρασε κάποια βαριά ασθένεια ή απλώς ο Σολωμός να παραλληλίζει την είσοδό της στο μοναστήρι με τον θάνατο. 

Οι άγγελοι του ποιήματος που έρχονται να υποδεχτούν την Άννα Μαρία Αναστασία στο μοναστήρι, προδίδουν κάποιες σκέψεις του ποιητή για το άτομό της:

 

Ο κόσμος ερωτεύτηκε

Στα μάτια, στη φωνή σου,

Τα μελετάει συχνότατα,

Κι η αγγελική ψυχή σου

Φωνή και μάτια εγύρισε

Κατά τον Ουρανό.

 

Στην Ιερά Μονή των Αγίων Θεοδώρων Στρατιάς στην Κέρκυρα, η μοναχή Αθανασία έχασε την συντροφιά του εθνικού μας ποιητή, κέρδισε όμως την θεία παραμυθία:

 

...ιδού, ο Χριστός, που γέρνοντας

Στου πόνου το κρεβάτι,

Σου σιάζει το προσκέφαλο

Και σε παρηγορά.

 

Οι λογοτεχνικές εικασίες των ανδρών συγγραφέων που αναφέραμε πιο πάνω, ίσως να μην απείχαν τελικά πολύ από την πραγματικότητα, αφού πολλές κοπέλες, σύμφωνα με τους συγγραφείς, αναγκάζονταν να γίνουν μοναχές και να προσκομίσουν στο μοναστήρι την «πνευματική προίκα», ένα τμήμα δηλαδή της οικογενειακής περιουσίας τους. Όπως μας εξηγούν οι ερευνητές «...από νωρίς η μονή δέχθηκε μέλη του ανώτερου στρώματος της κερκυραϊκής κοινωνίας και λειτούργησε στην πράξη μέσα στο πλαίσιο της παγιωμένης συνήθειας του περιορισμού των κοριτσιών των ευγενών οικογενειών στα μοναστήρια. Η συνήθεια αυτή αποτελεί κοινωνικό φαινόμενο που είχε επικρατήσει στη Δύση, κυρίως στους κόλπους των αριστοκρατών και έχει την πηγή της στην επικράτηση της άποψης ότι η διατήρηση του κύρους και της δύναμης μιας οικογένειας είχε άμεση σχέση με τη διατήρηση της περιουσίας της, άποψη που είχε προσδιορίσει και τον χαρακτήρα του κληρονομικού δικαίου σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Ο δρόμος του μοναστηριού, για κάποια από τα κορίτσια της οικογένειας, διευκόλυνε τα πράγματα, αφού η μοναστική προίκα ήταν κατώτερη από την προίκα την οποία θα υποχρεωνόταν η οικογένεια να καταβάλει σε περίπτωση γάμου».

Σήμερα που τα μοναστήρια των ελληνικών βουνών και νησιών γνωρίζουν εκ νέου άνθηση καθώς οι άνθρωποι, ακολουθώντας πλέον τη δική τους βούληση και όχι εκείνη της οικογενείας τους, αναζητούν μία πιο πνευματική ζωή κοντά στον Θεό και τη φύση, μακριά από τις σκληρές και απάνθρωπες μεγάλες πόλεις, η Ιερά Μονή Αγίων Θεοδώρων Στρατιάς Κερκύρας κατοικείται από μια μόνο καλόγρια, η οποία προσπαθεί να κρατήσει ζωντανό το ιστορικό αυτό μοναστήρι.

 

Λητώ Σεϊζάνη

 

  • Στο τεύχος 134 του λογοτεχνικού περιοδικού «Πόρφυρας» μπορείτε να βρείτε το παραπάνω άρθρο με τίτλο «Η Αθανασία της ποίησης και της ιστορικής έρευνας». Πρόκειται για μια παρουσίαση του βιβλίου των Σπύρου Καρύδη-Παναγιώτας Τζιβάρα «Η Ιερά Μονή Αγίων Θεοδώρων Στρατιάς Κέρκυρας» μαζί με αναφορές στο ποίημα «Εις μοναχήν» του Διον.Σολωμού. 

 

 

 

[1] Διονυσίου Σολωμού, Άπαντα. Τόμος Πρώτος Ποιήματα. Επιμέλεια-Σημειώσεις Λ. Πολίτη, Αθήνα 19794, σσ. 145-149.

 

[2] Ο Λ. Ζώης αναφέρει την οικογένεια Γουράτου με καταγωγή από τη Μάνη και την οικογένεια Γεωργομήλα ή Διακοπούλου με καταγωγή από την Κεφαλονιά (Λ. Ζώη, Λεξικόν  Ιστορικόν και Λαογραφικόν Ζακύνθου, τ. Α΄, Αθήναι 1963, σσ. 125, 138, 160).