Τι ήθελε ο Ψαράς, τι επιθυμούσε η Γυναίκα του, τι ρόλο έπαιζε το Ψάρι;

 

Τι ήθελε ο Ψαράς, τι επιθυμούσε η Γυναίκα του, τι ρόλο έπαιζε το Ψάρι;

Ανάλυση του παραμυθιού των Αδελφών Γκριμ

 

 

Μια τριάδα μας απασχολεί σ’αυτό το πολύ γνωστό παραμύθι των Γκριμ. Πρόκειται για έναν φτωχό ψαρά, για την γυναίκα του Ιλζαμπέλη και για ένα Ψάρι που μιλάει και πραγματοποιεί διάφορες επιθυμίες. Όπως λέει το ίδιο, είναι ένας πρίγκηπας που του έχουν κάνει μάγια.

 

Η πλοκή είναι γνωστή. Ο ψαράς πιάνει το μαγεμένο ψάρι και το αφήνει να φύγει. Η γυναίκα του τον προτρέπει να ξαναβρεί το ψάρι. Σκοπός της είναι να επιτύχει όσα η ίδια επιθυμεί να αποκτήσει, από υλικά αγαθά μέχρι τα υψηλότερα αξιώματα.

 

Παραβλέποντας τις άψογες λογοτεχνικές περιγραφές, το χιούμορ και την ειρωνεία της διήγησης, ας περάσουμε κατ’ευθείαν στο νόημα του παραμυθιού.

 

«Δεν ζήτησες τίποτα πριν το κάνεις;» ρώτησε η γυναίκα. «Όχι», είπε ο άντρας, «τι να ζητήσω;» Ο άντρας στην κυριολεξία κάνει το καλό και το ρίχνει στο γιαλό. Η γυναίκα θέλει ανταλλάγματα, ανταπόδοση. Βλέπει εδώ την ευκαιρία να κερδίσει κάτι. Αυτή η ευκαιρία είναι ο πειρασμός της ευκολίας που φέρνει την επιθυμία και το πάθος της ανόδου. Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μια ήσυχη, ίσως βαρετή, αλλά πάντως σταθερή ζωή, έχοντας όλα τους τα καλά. Ξαφνικά παρουσιάζεται η ευκαιρία να νιώσουν κάτι πιο συναρπαστικό, κάτι διαφορετικό, που τους παρασύρει σε ένα πάθος, συνήθως ερωτικό και εγκαταλείπουν ό,τι καλό είχαν για να ακολουθήσουν έναν άντρα ή μια γυναίκα που για δυο χρόνια θα είναι οπωσδήποτε ο μεγάλος έρωτας αλλά στη συνέχεια, αν δεν τους παρασύρει σε κατάρρευση και καταστροφή, συχνά αντάξια των αρχαίων τραγωδιών, τις περισσότερες φορές τους κουράζει και τους κάνει ν’αναρωτιούνται γιατί κάποτε εντυπωσιάστηκαν τόσο ώστε να προδώσουν τον σύντροφό τους και ν’αφήσουν την τακτοποιημένη τους ζωή. Όλοι γνωρίζουμε από τον περίγυρό μας τέτοιες ιστορίες. Εδώ η γυναίκα του ψαρά, εντυπωσιάζεται και μαγεύεται από τα πλούτη και τα μεγαλεία, το πάθος της περιστρέφεται γύρω απ’αυτά. Βρίσκεται σε μια κατάσταση όπου νομίζει ότι τα δικαιούται όλ'αυτά. Επιτρέπει στον εαυτό της και να τα επιθυμήσει και να τα διεκδικήσει.

«Ο άντρας και πάλι δεν ήθελε να πάει αλλά δεν ήθελε να εναντιωθεί στη γυναίκα του κι έτσι πήγε στην θάλασσα.»  Είναι ο άντρας που φοβάται τη γυναίκα του και αναγκάζεται να παραβεί τα δικά του ηθικά όρια για να μην διαφωνήσει και να μην έρθει σε ρήξη μαζί της.

Στους στίχους «Η γυναίκα μου Ιλζαμπέλη/Ό,τι εγώ δεν θέλω θέλει» που επαναλαμβάνονται σαν μαγικό κλειδί, όπως συμβαίνει στα παραμύθια, φαίνεται πόσο διαμετρικά αντίθετο είναι το ζευγάρι. Και στην πραγματικότητα πόσο συχνά ό,τι εγώ δεν θέλω, εκείνος ή εκείνη θέλει. Αυτή είναι η έκπληξη του γάμου, παντρεύεσαι κάποιον που επειδή είναι διαφορετικός, σε ελκύει αρχικά και στη συνέχεια ανακαλύπτεις ότι αυτές οι διαφορές σε εκνευρίζουν. Εκείνη σαν να το κάνει επίτηδες, σαν να θέλει να τον εκνευρίσει. Και μιλώντας για γυναίκες, εδώ η Εύα διαπράττει το προπατορικό αμάρτημα όχι τόσο από περιέργεια, όσο από απληστία.

Στην αρχή η γυναίκα απολαμβάνει για λίγο αυτό που έχει, μετά βιάζεται όλο και περισσότερο να αποκτήσει κι άλλα. Όλο και λιγότερο διαρκεί η ευχαρίστησή της από τα καινούρια αξιώματα. Την πιάνει άγχος. Είναι πλέον εξαρτημένη από την ταχύτητα με την οποία αποκτά υλικά αγαθά και υψηλές θέσεις. Φυσικά, το κίνητρο για να ζητάει περισσότερα είναι η ευκολία με την οποία το ψάρι τα παρέχει καθώς και το γεγονός ότι δεν βλέπει πόσες δυσκολίες και αγωνίες περνάει ο άντρας της μέχρι να μπορέσει να ζητήσει από το ψάρι κάτι ακόμα. Εκείνη δεν βλέπει την φουρτουνιασμένη απειλητική θάλασσα ούτε την δυσφορία του ψαριού. Η ίδια τα βρίσκει όλα έτοιμα και εύκολα. Θυμίζει κάποιους πλούσιους που αναθέτουν την βρωμοδουλειά σε υπαλλήλους, υποτακτικούς, υπηρέτες ώστε οι ίδιοι να μπορούν να απολαύσουν μετά κάτι που τους φαίνεται εύκολο και απλό καθώς δεν έχουν επενδύσει δικό τους κόπο και ιδρώτα.

Δαιμονισμένη η γυναίκα πλέον από την απληστία, έχει μπει στα χωράφια της εκκλησίας και φτάνει μέχρι να επιθυμήσει να φύγει από τα ανθρώπινα οφίκια.

Ο άντρας προσπαθεί κάθε φορά να την συγκρατήσει, να της πει μέχρι εδώ, φτάνει, θα πρέπει να είσαι ευχαριστημένη, να μην ζητάς πολλά. Εκείνη, όμως, έχει μπει στο χορό και δεν διστάζει να πατήσει επί πτωμάτων. Στην πραγματικότητα το μόνο πτώμα πάνω στο οποίο πατά είναι του άντρα της. Τον έχει απόλυτη ανάγκη σαν μεσολαβητή προς το Ψάρι, αλλά του φέρεται και άσχημα, δεν τον φοβάται, τον διατάζει, γνωρίζοντας την αδυναμία του να της εναντιωθεί. Ένας τυραννικός άνθρωπος συνήθως θα τυραννήσει πρώτα τον οικογενειακό του περίγυρο. 

H γυναίκα του ψαρά θέλει όλες τις ανδρικές διακρίσεις και τα αξιώματα.

«Εγώ δεν θέλω να γίνω Βασιλιάς», λέει ξεκάθαρα ο άντρας. Αν εξ αρχής εκείνος είχε εκφράσει μια τέτοια επιθυμία, πιθανότατα η γυναίκα του θα είχε μείνει στη σκιά του και θα απολάμβανε τα προνόμια του να έχει έναν άντρα βασιλιά ή αυτοκράτορα ή Πάπα. Το ρήμα θέλω παίζει μεγάλο ρόλο στο κείμενο. Ολόκληρη η ζωή μας είναι γεμάτη από θέλω.

Η επιστροφή στο σημείο μηδέν γίνεται πολύ γρήγορα και καθόλου θεαματικά. Αυτό είναι εντυπωσιακό. Ξαναβρίσκονται μετά απ'όλ'αυτά τα μεγαλεία και την παραζάλη στο ίδιο φτωχικό καλύβι απ'όπου ξεκίνησαν. Η γυναίκα δεν πρόλαβε να χαρεί τίποτα απ’όσα απέκτησε, έβαλε απλώς τον άντρα της σε μπελάδες, στην πορεία είχε μόνο τη χαρά να του δίνει εντολές, να ασκεί εξουσία επάνω του. Όλα τα υπόλοιπα δεν τα απόλαυσε ούτε στιγμή. Ο «πονηρός» την είχε κάνει να επιθυμεί μόνο και να μην χαίρεται τίποτα. Κάπως σαν τον βασιλιά Μίδα. Παρ’όλ’αυτά ο άντρας της, της έμεινε πιστός σε όλη αυτή την περίεργη φάση, στην διάρκεια της τρέλλας της δεν την απέριψε, δεν έφυγε από κοντά της, σαν να καταλάβαινε ότι εκείνη περνούσε ίσως κάπου είδους αρρώστια, μια μεγαλομανία. Ίσως να αισθανόταν και υπαίτιος που εκείνος γνωρίστηκε με το ψάρι κατ’αρχήν.

Αλλά την αγαπούσε ή την φοβόταν τελικά; Είναι ίδιο πράγμα η αγάπη και ο φόβος; Όχι. O ψαράς αγαπούσε τη γυναίκα του, της συμπαραστάθηκε στην διάρκεια της τρέλλας της. Εκείνος μπορεί να μην ενδιαφερόταν για μεγαλεία, αλλά ίσως ένοιωθε και ένοχος για την φτώχια τους, τουλάχιστον στην αρχή. Ίσως ένοιωθε ότι δεν μπορούσε να προσφέρει στην γυναίκα του τίποτα καλύτερο.

Τι ρόλο παίζει το Ψάρι; Είναι ο πειρασμός; Γιατί μένει ουδέτερο ως προς τον άντρα; Ούτε τον τιμωρεί ούτε τον επιβραβεύει για την δική του ολιγάρκεια.

Η περιγραφή των στοιχείων της φύσης έχει ενδιαφέρον και ειδικά της θάλασσας όπου ζει το Ψάρι, ο ρυθμιστής της ιστορίας. Η θάλασσα είναι απειλητική και φουσκώνει ανάλογα με την απληστία που φανερώνει κάθε φορά το αίτημα της γυναίκας του ψαρά. Όταν ζητά να γίνει Θεός, η φύση εξαγριώνεται και επαναστατεί απέναντι στην ύβρι της. Οι σκηνές θυμίζουν Αποκάλυψη.

Θα μπορούσε να έχει άλλη κατάληξη αυτό το παραμύθι; Δεν νομίζω. Απ’την αρχή ήταν τόσο εκνευριστική αυτή η γυναίκα με το απόλυτο ύφος της και τις επιθυμίες της. Θα μπορούσε να’χει γίνει Θεός; Δεν το πιστεύω. Η επιμονή της, η φιλοδοξία της και η ανοχή του ψαριού που εδώ μπορεί να συμβολίζει τον ίδιο τον Θεό που την δοκιμάζει, της επέτρεψαν να φτάσει μέχρι εκεί που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος. Η ίδια επέτρεψε στον εαυτό της να διανοηθεί και να επιθυμήσει το αδύνατον.  Στην περίπτωση της γυναίκας του ψαρά, πάντως, θα περιμέναμε ο Θεός να την τιμωρήσει χειρότερα, να ρίξει φωτιά να την κάψει, αλλά επειδή πρόκειται μάλλον για διδακτικό παραμύθι για παιδιά και όχι για εδάφιο της Παλαιάς Διαθήκης, δεν έχει τέτοιο τέλος.

Ίσως ο Θεός να κάνει χάρη στον άντρα της που την αγαπάει τόσο και γι’αυτό δεν την τιμωρεί πιο σκληρά.

Κυκλοφορεί αυτό τον καιρό ένα βιβλίο με τίτλο Homo deus, Ο άνθρωπος θεός. Ο συγγραφέας Γιούβαλ Νόα Χαράρι εικάζει ότι στο μέλλον ο άνθρωπος θα επιθυμήσει να επέμβει, χάρη στην τεχνολογία και την επιστήμη, τόσο πολύ στην ανθρώπινη του φύση ώστε να αποκτήσει θεϊκές ιδιότητες, βελτίωση των γονιδίων, αθανασία. Το δικό μας ερώτημα, μετά την ανάγνωση του παραμυθιού είναι: μέχρι πού θα του το επιτρέψει ο Θεός;

 
Λητώ Σεϊζάνη
Πρώτη δημοσίευση, 29.04.2019: https://ideostrovilos.gr/logotexnia/peri-tou-psara-kai-tis-gynaikos-tou-mia-analysi-tou-gnostoy-paramythioy-ton-adelfon-grim