Ο ΚΟΡΤΕΖ ΚΑΙ Ο ΠΙΖΑΡΡΟ σελ. 6

(Σελ. 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10 )
Εκδόσεις Δόμος
Αθήνα 1990

ΜΥΡΤΗ

Το πρόσωπό σου μου αρέσει
Καθώς κοιτάς απ'τον καθρέφτη
Παλιάς εποχής τα μαλλιά σου
Και τα γραπτά σου
Και τα μυαλά σου
Ξεχασμένη στην αχλύ, στο παρελθόν σου
Έσκυψες να κοιταχτείς μες στο νερό
Τι είδες νάρκισσε;
Δεν ερωτεύτηκες τον εαυτό σου
Ήσουνα τόσο χλωμή και τόσο κουρασμένη
Ήσουν απαρνημένη
Στη λεωφόρο των Τάφων του Κεραμεικού
Είδες την Ηγησώ σ'ένα ωραίο αντίγραφο
Και το Δεξίλεω, πλούσιο, χαντακωμένο ιππέα
Ένας θαυμάσιος ταύρος έριχνε τη σκιά του
Κι εσύ περπάτησες προς τον Ηριδανό
Που πήγαζε από το Λυκαβηττό
Μα τώρα πια ένα έλος
Του παρελθόντος η ομίχλη σε πήρε
Σε τύλιξε στα πέπλα της
Ονόματα-αναφορές του Ξενοφώντα
Κι ο ήλιος καρφωμένος, ανελέητος
Το ίδιο για νεκρούς και ζωντανούς
Το πρόσωπό σου μου αρέσει
Χαμένη πια στις σκόνες του γαλαξία
Μη! Μην τις τινάζεις από πάνω σου
Θα υπάρξει και για σένα
Μια στήλη στον Κεραμεικό
Παλιάς εποχής η ζωή σου

Θεσ/νίκη, 8.3.83

DESOLAZIONE DELLA POVERA NONNA SENTIMENTALE

Φοβάμαι να γράψω γι'αυτό
Δε θα σταθώ στο ύψος σου, θα σε ντροπιάσω
Πώς καίγανε οι φλόγες
Πώς έπεφτε ζεματιστό νερό απ'τα πλοία των συμμάχων
Πώς περπατάγατε εσείς οι τρεις στο "καί"
Μικρά παιδάκια με τα ναυτικά σας
Πόσον καιρό μείνατε σαν ποντίκια μες στο σπίτι σας κλεισμένοι
Κι ελάχιστες φορές σε είδα να μιλάς γι'αυτό
Ελάχιστες φορές είδα τα μάτια σου να κλαίνε
Κι όχι γιατί ο καιρός παρέγραψε
Μα γιατί μόνη σου το σκέπασες και τό'κρυψες από το φως του ήλιου
Τα Πολιτάκια τραγουδάνε ακόμα μες στ'αυτιά σου
Αλλά δεν ήθελα να πω γι'αυτά ούτε για τα βαφτίσια
Τι ωφελεί να σου θυμίσω κάτι που κι ο Θεός το ξέχασε;
Μόνο σε βλέπω τώρα πια στη φοβερή ερημία του πλήθους
Ανάμεσα σε ξένους που περνούν ανύποπτοι
Και σε κατηγορώ απ'τη μια για όλα
Για όλα τα κατάλοιπα που αναπόφευκτα παρέδωσες σε μένα
Και σε λυπάμαι από την άλλη γιατί χάθηκες
Χάθηκες μέσα στη βουή ενός κόσμου που ήταν ξένος
Που ακόμα σήμερα δεν έχει τίποτα δικό σου να σου πει
Ούτε κι εγώ καλά καλά δεν ξέρω πια τι σκέφτεσαι
Καθώς γυρίζεις στη μονότονη ζωή σου
Και ο καιρός σου γίνεται βραχνάς
Δεν αναζήτησε ποτέ τα μεγαλεία η ψυχή σου
Μα έπεσες κι εσύ στα βάθη της χοάνης
Ξέρω πως ό,τι και να πεις, ό,τι κι αν κάνεις
Μες στο μυαλό σου θα υπάρχουνε αυτά
Που όταν τέλειωσαν δεν θέλησες να τα σκεφτείς μετά

Θεσ/νίκη, 3.10.83